Η Ιστορία της Μακίστου - Φώτης Ασημ. Παυλόπουλος
Το ιδιόχειρο κείμενο του Φώτη Ασημ. Παυλόπουλου σε ηλεκτρονική μορφή.
Οικογενειακόν δένδρον Παυλοπουλαίων - Ιστορικόν
Επί Τουρκοκρατίας και κατά το έτος 1800 συνεκεντρώθησαν γύρωθεν του υψώματος του σημερινού χωρίου Μακίστου – Ολυμπίας (ανήκοντος τότε εις την περιφέρειαν του Αγά των Τρυπών) δυο ή τρεις Έλληνες κτηνοτρόφοι διαβιούντες εκεί εις προχείρους καλύβας κατά τον χειμώνα, κατά δε τους εαρινούς και θερινούς μήνες έστηνον επι της πετρώδους κορυφής του υψώματος τούτου παραπήγματα διά κλάδων δένδρων (μπαράκες) προς σκιάν και ένεκα τούτου ωνομάσθη υπό των περιχώρων το ύψωμα τούτο «Μπαράκου», αλλά μετά την απελευθέρωσην μετωνομάσθη «Μάκιστος» λόγω του ιστορικού, ότι μετά τον Τρωικόν πόλεμον εκτίσθη εκεί και ακριβώς επί της μεσημβρινής οροσειράς του Λαπίθα μια μακρουλή πόλις αρχομένη από τας υπωρείας του υψώματος Κάστρο (το Αίπυ) και επεκτεινομένη προς δυσμάς μέχρι και του χωρίου Κουμουθέκρα (Μήκιστος=Μάκιστος)
Κατά δε το έτος 1805, ο Αγάς των Τρυπών έδωκεν εις γάμον την κόρην του, εις τον υιόν του Αγά του Ρισόβου-Κρεστένων, όστις ωνομάζετο «Ιτσ’ Αγάς», ως προίκα δε της κόρης του, έδωκεν την περιοχήν της Μακίστου, επεκτεινομένην τότε μέχρι της θέσεως Συριάνι.
Ο Ίτσ’ Αγάς τότε εξέλεξεν εκ της προικώας εκείνης περιφερείας το προειρημένον ύψωμα Μακίστου και εις το κεντρικόν και κωνικόν μέρος τούτου, ανήγειρε τον Πύργον του με μουσοφίρ οντά (σημερινήν κατοικίαν Αλκαίου Πόθου, περιελθούσα εις αυτόν ως προιξ της συζύγου του εξ’ ιδιοκτησίας Παυλοπουλαίων), προς το δυτικόν δε μέρος του Πύργου του έκτισεν εις δυο παραλλήλους σειράς καλύβας δια τους ραγιάδες του και εκεί συν τω χρόνω συνέρρευσαν από διάφορα μέρη της Πελοποννήσου Έλληνες ραγιάδες ως οι Παυλόπουλοι (Παυλαίοι τότε καλούμενοι), οι Κοκκαλιαραίοι, Ποθαίοι, Λαμπραίοι, Λουμπαίοι και Μαυρικαίοι και άλλοι μεν εγκατεστάθησαν εις τας καλύβας του Αγά και άλλοι εις ίδια των οικήματα.
Οι Παυλόπουλοι καταγόμενοι εκ του χωριού Ίσαρι της Μεγαλοπόλεως (Αρκάδες – έγχεοι Αρκάδες) επειδή ήλθον εις επικίνδυνον ρήξιν με τον Αγά του Ίσαρι μετώκησαν εκείθεν μετά των οικογενειών των και της κτηνοτροφίας των εις Μάκιστον κτίσαντες τα οικηματά των εις το ανατολικόν μέρος του χορίου, η δε οικογένεια των απετελείτο εκ τριών αδελφών, του Νικολαόυ, Δημητρίου, και Γεωργίου, οίτινες τότε εκαλούντο Παυλονικολάκης, Παυλοδημήτρης και Παυλογιώργης.
Οι Μαυρικαίοι ολίγον χρόνον παρέμειναν εις Μάκιστον, διότι ηπειλήθη η οικογενειακή των υπόληψις εκ μέρους του Ιτσ’ Αγά, ζητήσαντος την αδελφήν των εις το χαρέμι του και ένεκα τούτου εδραπέτευσαν εν καιρώ νυκτός μετά της οικογενείας και της κτηνοτροφίας των κατευθυνόμενοι εις Πλατιάναν, αντιληφθείς όμως τούτο την πρωίαν της επομένης ο Αγάς τους κατεδίωξεν έφιππος, καταφθάσας τούτους εις την θέσην Πάνου Λάκκα της περιφερείας Πλατιάνης, ότε και τους διέταξεν να επιστρέψωσιν εις Μάκιστον, ο νεώτερος όμως τούτων εφόνευσε δι’ όπλου τον Αγάν, ούτοι δε διελθόντες την Πλατιάναν μετέβησαν και κατοίκησαν επί της δεξιάς όχθης του ποταμού Διάγοντος (Τσεμπερούλα) ονομασθείσης του νέου αυτού οικισμού των, Μπαρακίτικα (αποικία Μπαράκου).
Οι Λαμπραίοι απεπειράθησαν να μετοικήσουν εις την πεδιάδα της Ζαχάρως λόγω της ευφορείας της, αλλά συντόμως επέστρεψαν εις Μάκιστον διότι δεν ηδύναντο να υποφέρουν εκεί δυο πληγάς, το κουνούπι και τα τσακάλια που ήταν αφθονώτατα.
Ο Παυλονικολάκης νυμφευθείς μετά τινός θυγατρός Γεωργουλαίων εκ Σκλήβα απέκτησεν εξ΄αυτής υιόν ονομασθέντα Ευστάθιον και από αποβεσάσης της συζύγου του ήλθεν εις δεύτερον γάμον μετά της Ζωίτσας, το γένος Μπρή εκ Τρυπών, εκ της οποίας απέκτησε τον Ασημάκην και την Παναγιώταν και ο μεν Ασημάκης ερθών εις γάμον μετά της Μαρίας το γένος Αδαμοπούλου εκ Πλατιάνης (η δε Παναγιώτα υπανδρεύθη τον Ευστάθιον Βλάχον) και εξ’ αυτής απέκτησε την Αγγέλω (υπανδρευθείσαν τον Γ. Νικολακόπουλον εκ Μουνδρίζης πατέρα του Ιερώνυμου) την Κωστούλαν υπανδρευθείσαν τον Πέτρο Αθανασόπουλον, την Δημήτρω υπανδρευθείσαν τον Γεώργιον Πόθον, την Ανδριάνα υπανδρευθείσαν τον Αριστογείτονα Πόθον και τον Φώτιον ελθόντα εις πρώτον γάμον μετά της Μηλιάς, το γένος Μπάμη εκ Κουμουθέκρα εξ’ ης απέκτησε τέσσερα τέκνα τον Ασημάκην, Χαράλαμπον, Μαρία, Κωστούλα κ΄εις δεύτερον γάμον μετά της Γεωργίας, το γένος Κουρούβανη εκ Καλυδόνης εξ’ ής απέκτησε τον Αχιλλέα και τον Παναγιώτην, ελθών τέλος εις τρίτον γάμον μετά της Θεοδώρας το γένος Γιακουμή εκ Βρύνης αποβιωσάσης εν Αιγάλεω την 6—1-1961 άνευ τεκνοποιήσεως.
Κατά την ελληνικήν επανάστασιν του 1821 ο Παυλονικολάκης διωρίσθη υπό του Θ. Κολοκοτρώνη ως τοποτηρητής να επιτηρή εις το χωρίον την εκτέλεσιν των διαταγών του, όταν δε η οικογένεια του Ίτσ’ Αγά ανεχώρησε νύκτα εκ Μακίστου μετ’ άλλων Τούρκων της επαρχίας Ολυμπίας και κατηυθύνθησαν εις Φανάριον (πρωτεύουσαν τότε των Τούρκων της επαρχίας) ίνα σωθώσιν από τους επαναστατήσαντας Έλληνας, ο Παυλονικολάκης κατέλαβε τον Πύργον του Αγά εις τον οποίον και κατοίκησε, και η ομάδα των Τούρκων που έφθασαν εις Φανάριον κατηυθύνθη εις το στενόν του Αγίου Αθανασίου παρά την Καρύταιναν με τον σκοπόν να φθάσουν εις Τρίπολην πρωτεύουσαν της Πελοποννήσου ένθα υπήρχε Τουρκικός Στρατός,αλλ’ εις το στενόν εκείνο του Αγίου Αθανασίου οι Τούρκοι οι πλείστοι κατεστράφησαν υπό του Κολοκοτρώνη και οι υπόλοιποι επνίγησαν εις τον Αλφειόν ποταμόν καταδιωκόμενοι.
Απελπισθείς ο Σουλτάνος να καταβάλη την ελληνικήν επανάστασιν εκάλεσεν εξ’ Αιγύπτου τον Ιμβραήμ Πασάν με στρατεύματα ησκημένα ως οι ευρωπαϊκοί στρατοί και με αυτά ο Ιμβραήμ περιήρχετο και ερήμωνε την Πελοπόννησον, διότι οι Έλληνες οπλαρχηγοί στερούμενοι τακτικού στρατού, διέθεταν μόνον μικράς άτακτας ομάδας, ο δε Κολοκοτρώνης και αυτός εσοφίζετο πως θα ενοχλήση γύρωθεν τα τακτικά αιγυπτιακά στρατεύματα. Αλλά τότε αι Μεγάλαι Δυνάμεις Γαλλία, Ρωσία και Αγγλία διέταξαν τον Ιμβραήμ να αποσυρθή με τα στρατεύματά του εις τα δυτικά παράλια της Πελοποννήσου σταματών εκεί τας λαφυραγωγίας και αναμένων νεωτέρας διαταγάς των, ο δε Ιμβραήμ συμμορφωθείς με τη διαταγήν αυτήν απεχώρησεν εκ Μεγαλοπόλεως κατευθυνόμενος προς την πεδιάδα της Ζαχάρως διά μέσου της επαρχίας Ολυμπίας και επλησίαζεν εις Μάκιστον λαφυραγωγών και ερημεύων κατά την διελευσίν του κτηνοτροφικά και άλλα προϊόντα και κατεβαίνων προς την πεδιάδα Ζαχάρως δια δυο φαλάγγων της μιας δια Μακίστου – Κουμουθέκρας - Σμέρνης και της άλλης δια Τρυπών - Σκλήβα - Αρήνης.
Τότε ο Παυλονικολάκης εσκέφθη να σώση τα ποιμνιά του εκ προβάτων, αιγών και αγελάδων αναβιβάζων ταύτα εις την λίαν πρανή και δύσβατον κορυφήν του βουνού της μονής Παναγίας περιφερείας Σμέρνης και βοηθούμενος υπό της συζύγου τού Παυλογιώργη με βρέφος εις την αγκάλην της (τον Φώτιον Α. Παυλόπουλο – μετέπειτα ανάδοχον του Φ.Α. Παυλόπουλου - γράφοντας το παρόν) έφθασε με τα ποίμνια στας υπωρείας του ειρημένου βουνού, αλλά μόλις τα ποίμνια ανέβαινον εις το βουνόν εφάνη μια περιπολία Αράβων ιππέων, εκ της οποίας αποσπασθείς ένας Άραψ ιππεύς επήρχετο καλπάζων, οπότε κατατρομοκρατηθείσα η βοηθός νύμφη του, επέταξε το βρέφος για να σωθή, φωνάζουσα προς τον Παυλονικολάκη «κόψε με αφεντούλη μου», αυτός δε την επέπληξε λέγων: «γιατί το πετάς το παιδί μορή σκύλα;», παρέλαβε το βρέφος και στραφείς προς τον πλησιάζοντα Άραβα ιππέα επυροβόλησεν αυτόν δια της αργυράς μπιστόλας του –με την οποίαν ησκείτο καθημερινώς- και το βόλι τον πέτυχεν εις το μέτωπον, οπότε έπεσε νεκρός ο Άραψ, ο δε Παυλονικολάκης του αφήρεσε την αυλακωτήν σπάθην, φυσιγγιοθήκη κ.τ.λ. μεθ΄ο ανελθών εις ύψος ολίγων μέτρων ωχυρώθη και απήντησεν δι’ ολίγων πυροβολισμών κατά των επερχόμενων υπολοίπων Αράβων, οι οποίοι αδυνατούντες να επιτύχουν τι το αξιόλογον απεσύρθησαν, άλλα και τα ποίμνια απεμακρύνθησαν εκ των υπωρειών του βουνού, ούτω δε έσωσε τα ποιμνιά του.
Η άλλη φάλαγξ που κατέβαινεν δια Τρυπών – Σκλήβας - Αρήνης εκτυπήθη από τους Διπλαίους οχυρωθέντας εις το Καστράκι και ούτω έφθασαν εις την πεδιάδα της Ζαχάρως όπου εστρατοπέδευσαν παραμείναντες έως δυο περίπου μήνας αλλά στερούμενοι τροφίμων και λιμοκτονούντες και λόγω της απαγορεύσεως των Μ. Δυνάμεων δια λαφυραγωγίαν, εζήτουν από τον εγχώριον πληθυσμόν τρόφιμα επί πληρωμή.
Ο Παυλονικολάκης τότε με πλουσίαν παραγωγήν κτηνοτροφικών προϊόντων κατέβαινεν εις τους καταυλισμούς των Αράβων και επώλει εις υψηλάς τιμάς τα προϊόντα του, ως π.χ. μία μυζήθρα αντί μιας λίρας και τοιουτοτρόπως συνεκέντρωσεν σεβαστόν ποσόν λιρών, πλην όμως οι Αλβαιναίοι αποφασίσαντες να κατασκευάσωσι δια μεγάλων δαπανών τον καθολικόν Ιερόν Ναόν των (ο Άγιος Νικόλαος) θολωτόν, ήρχοντο κατά διαστήματα και ελάμβανον παρά του Παυλονικολάκη μεγάλα ποσά λιρών βάσει υπογεγραμμένων χρεωστικών ομολογιών, αλλά αποβιώσαντος μετ’ ολίγον του Παυλονικολάκη εξ΄ ευλογίας η χήρα σύζυγός του δεν ηδυνήθη να αξιοποιήση τας ομολογίας εκείνας.
Φώτης Α. Παυλόπουλος
Αιγάλεω 9-5-1965