Ο Αρχίας και ο Καίσαρ - Σωκράτης Γρηγορόπουλος

Ο Αρχίας και ο Καίσαρ - Σωκράτης Γρηγορόπουλος

Ο Αρχίας και ο Καίσαρ

Βίοι παράλληλοι, ίδιον τραγικό τέλος

Το μεγαλούργημα του Καβάφη

 

Ορυμαγδός λοιπόν. Και πολύς ο λόγος περί των συνoμoσιών κατά της χώρας μας, εις αναζήτησιν ενός βολικού άλλοθι, υποθέτω. Συνακόλουθoς ο συνειρμός και ανατρέχω στα άδυτα της μνήμης, εξ ου και ο τίτλος του παρόντος σημειώματος.

Οι ιστορίες των δυο στρατηγών, απέχουσαι μεταξύ τους παρασάγγας, ομοιάζουν, θυμίζω δε εν τάχει την πρώτη:

Η Σπαρτιατική φρουρά κατέλαβε την Καδμεία των Θηβών και εγκατέστησε στην πόλη τυραννικό καθεστώς. Ο Πελοπίδας μαζί με άλλες προσωπικότητες κατέφυγον στην Αθήνα.

Εκεί οργάνωσαν συνωμοσία κατά των τυράννων της πατρίδος των. Σ’ αυτήν συμμετείχον ο Χάρων με τον Φιλλίδα, οι οποίοι παρέμειναν στη Θήβα, υποδυόμενοι τους φίλα προσκείμενους στο νέο καθεστώς. Στο πλαίσιο αυτό, ένα βράδυ του Δεκεμβρίου 379 π.Χ., υπό ισχυράν χιονόπτωσιν, δώδεκα Θηβαίοι, μεταμφιεσμένοι σε κυνηγούς, ήρθαν στη Θήβα και κρύφτηκαν στην οικία του Χάρωνος. Το επόμενο βράδυ, ο Φιλλίδας κάλεσε σε οργιώδες συμπόσιο τους τυράννους, δελεάσας αυτούς με την υπόσχεσιν της ενεργού μέθεξης ωραίων γυναικών. Το συμπόσιο τούτο διεκόπη από την άφιξη απεσταλμένου από την Αθήνα, ειπόντος στον Αρχία: «Πάρε αυτό το γράμμα κι άνοιξέ το αμέσως. Τέτοια εντολή έχω.». Αλλ’ ο Αρχίας, συνεχίσας την βακχείαν με τους λοιπούς κραιπαλώντες, πέταξε πέρα το γράμμα και είπε την παροιμιώδη εναπομείνασαν φράσιν: «Ες αύριον τα σπουδαία». Μετ’ ολίγον, ώρμησε ο Πελοπίδας με τους συνωμότες. Σε ελάχιστον χρόνον οι τύραννοι έπλεαν στο αίμα…

Και έρχεται η σειρά της δευτέρας ιστορίας:

Ο Ιούλιος Καίσαρ (102-44 π.Χ) διέπρεψε ως πολιτικός, στρατιωτικός πολεμιστής, κατακτητής μέγας και εκπολιτιστής, σπουδαίος συγγραφέας. Κυβέρνησε δικτατορικά το Ρωμαϊκό κράτος. Ήταν ωραίος άνδρας, ο τελειότερος δανδής της εποχής του, οιονεί κριτής της φιλοκαλίας. Τον ενοχλούσε σε βαθμό συνδρόμου η καλπάζουσα αραίωση της κόμης του, αυτή η φαλάκρα. Την έκρυβε σε ημερήσια βάση με το δάφνινο στεφάνι, με το οποίο τον τίμησε η Σύγκλητος, στο περιθώριο της απονομής αφάνταστων θεϊκών τιμών… Ο Καίσαρ ήταν υπέροχος τύπος μεγαλοφυούς, γέμει όμως ακραίων αντιφάσεων. ο πιο μακρόθυμος κι ο πιο σκληρός μαζί αυθέντης, αριστοκράτης αλλά και λαϊκός ψηφοθήρας. Κολάκευε τα πλήθη με χρήματα δανεικά ή το χειρότερον προερχόμενα από κλοπή των επαρχιών, πραγματοποιούσε γιορτές, χορηγούσε σιτάρι, κρέατα, λάδια. Εν ολίγοις, έκανε μνημόσυνα με ξένα κόλλυβα, μια ανόσια τακτική σε ενίους δημάρχους προσφιλέστατη και επί των χαλεπών ημερών μας… Λαφυραγώγησε την Ισπανία, για να εξοφλήσει τους δανειστές του. Στη Γαλατία γύμνωσε τους ναούς των θεών, από τα πλούσια αναθήματά τους και πάει λέγοντας και ξαναλέγοντας. Κατηγορήθηκε από πολλούς για τις αμέτρητες και διάστροφες ερωτικές του περιπέτειες, εκ των δηκτικότερων δε κατηγόρων του ο Κουρίων μέσα εις την Σύγκλητο τον απεκάλεσε: «Σύζυγον πάσης γυναικός και γυναίκα παντός ανδρός!». Μόνο ένα ελάττωμα δεν είχε. Δεν έπινε. Ο μόνος αμέθυστος άνδρας που κυβερνούσε τον κόσμο, μας λέει ο Σουητώνιος.

Και διεξέρχομαι την τελευταία φάση της ζωής του. Νωρίτερον ο οιωνοσκόπος Σπουρίνας προειδοποίησε τον Καίσαρα να φυλάγεται από τις Ειδούς του Μαρτίου (κατά το Ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν η 15η ημέρα του Μαρτίου). Επίσης, η γυναίκα του Καίσαρος, η Καλπουρίνα, το πρωί της 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. τον παρεκάλεσε να μην προσέλθει στη Σύγκλητο, γιατί στον ύπνο της είδε ότι τον κρατούσε στην αγκαλιά της δολοφονημένο. Στο εξαιρετικό κείμενο του γερό Πλούταρχου διαβάζουμε: «ως τις αυτώ μάντις ημέρα Μαρτίου μηνός ην Ειδούς Ρωμαίοι καλούσι προείποι μέγαν φυλάττεσθαι κίνδυνον, ελθούσης δε της ημέρας προϊών (εκ του αρχ. Ρήμ. Πρόειμι <είμι>. ο προχωρών) ο Καίσαρ εις την Σύγκλητον ασπασάμενος προσπαίξειε τω μάντει φάμενος. «αι μεν δη Μάρτιαι Ειδοί πάρεισιν(εκ του ρήμ. πάρειμι=έρχομαι», ο δ’ ησυχή προς αυτόν είποι. «ναι, πάρεισιν, αλλ’ ού παρεληλύθασι (εκ του ρημ. παρέρχομαι=φεύγω, πρκμ. τρίτο πληθ. πρόσωπο)».

Παρ’ όλα αυτά, εκείνος προσήλθε εις την Σύγκλητον, όπου είδε τον Σπουρίνα και τον ειρωνεύτηκε: «Όπως βλέπεις, ήρθαν οι Ειδοί του Μαρτίου». Και ο Σπουρίνας υποτονθορύζων παρετήρησε: «Ναι ήρθαν, αλλά δεν παρήλθαν».

Την ώρα δε που το μέγα πλήθος συνωστίζετο περί τον Καίσαρα για τα θέματά του, ο Αρτεμίδωρος, Έλληνας σοφιστής έχων σχέσεις με το περιβάλλον του Βρούτου, άρα γνώστης της εξυφασμένης συνωμοσίας, του έδωσε σημείωμα, λέγοντας: «Καίσαρ, ανάγνωθι μόνος και ταχέως, γέγραπται υπέρ πραγμάτων μεγάλων και σοι διαφερόντων». Τούτη η ενέργεια, απέβη ματαία, οι συνωμότες, παρεισφρήσαντες στο πλήθος, επέπεσαν με τα σπαθιά τους στον Καίσαρα. Ο οποίος, ιδών και το Βρούτο να ορμά εναντίον του, είπε σχετλιαστικά στην Ελληνική γλώσσα: «Και συ τέκνον Βρούτε;».

Ο Καβάφης αποτυπώνει την σκηνή και την αγωνία του εις το ομώνυμο ποίημά του «Μάρτιαι Ειδοί». Στους στίχους 14-15 εμφαντικά τονίζει: «Μη λείψεις ν’ αναβάλεις κάθε ομιλίαν ή δουλειά, μη λείψεις τους διαφόρους που χαιρετούν να τους παραμερίσεις…». Διότι κ’ οι ομιλίες εκείνες κ’ οι δουλειές να είναι κατεπείγουσες κ’ η αναβολή τους να είναι βλαβερή, αλλά ποτέ έτσι κατεπείγουσες δεν μπορεί να είναι σαν το μήνυμα του Αρτεμιδώρου, που η παραμέλησίς του φέρνει τον άμεσο θάνατο. Εξυπονοείται, γίνεται αυτονόητο ότι ο διεθνής ποιητής Καβάφης, στο όνομα του οποίου αναφερόμαστε και επ’ ευκαιρία του εορτασμού του φερώνυμου έτους, θέτει προτεραιότητες εις το γίγνεσθαι, προς δε βάλλει ορθώς κατά των περιστασιακών χειροκροτητών, αυτών των επιτήδειων περί το ξεσκόνισμα των εκάστοτε ισχυρών ανδρών τε και γυναικών.

ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ: Ο Καίσαρ, κατά τους αρχαίους ιστορικούς, είναι ο κορυφαίος της ακμής που προετοίμασε την παρακμή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Όμως, η ανηθικότητα ολοκλήρου της τότε κοινωνίας δεν ήταν χαμηλότερη εκείνης του Καίσαρος. Απλώς ο τελευταίος ήταν υψηλά και τα ελαττώματά του ήταν εμφανέστερα των άλλων. Μεταξύ της τοτινής εποχής και της σημερινής υπάρχει αναλογία, έκαστος ας κάνει ενδοσκόπηση, αυτοκριτικήν και όχι μόνον κριτικήν για να ερμηνεύσει γιατί «αυτός ο τόπος ο μικρός, ο μέγας¨, κατά τον προσφυή χαρακτηρισμόν του Ελύτη, εξέπεσε εις εσχάτην παρακμή, ευτέλεια και εθνικήν ταπείνωση. Ο Καίσαρ είχε τέτοια συμπάθεια για τον Βρούτο, ώστε να προωθήσει αυτόν στην πολιτική και όχι τον Κάσσιο, ο οποίος είχε περισσότερα προσόντα. Όμως, ο Βρούτος, ανταποδίδων στον ευεργέτη του μέγα κακόν αντί ευγνωμοσύνης, έγινε συνωμότης και δολοφόνος του Καίσαρος. Και έκτοτε η φράση «και συ τέκνον Βρούτε;» είναι συνώνυμο των αχάριστων ανθρώπων, οι οποίοι έχουν εις τα θυλάκιά τους έτοιμο το νόμισμα της αχαριστίας να πληρώσουν πλουσιοπαρόχως τον ευεργέτη τους… Σας ομιλώ από πείρα.